breakfast

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
breakfast < μέση αγγλική brekefast / brekefaste[1] < breken +‎ fast ( < πρωτογερμανική *fastō / *fastǭ)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

breakfast (en) (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο)

  • το πρόγευμα, το πρωινό
    ⮡  What time do you have breakfast?
    Τι ώρα παίρνετε πρόγευμα;
    ⮡  Did you have breakfast?
    Πήρες πρωινό;

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]